Η Σαντορίνη δεν είναι μόνο ηλιοβασίλεμα – Μια περιήγηση σε όσα έχει νόημα να ζήσει κάποιος στο νησί


Ένα χάος δημιουργείται στο κεφάλι και του πιο έμπειρου ακόμα ταξιδιώτη, όταν πρέπει να καταπιαστεί με προορισμούς, όπου η αφθονία των επιλογών ξεπερνάει κάθε προηγούμενο. Γιατί μπορεί η Σαντορίνη να είναι σχετικά μικρή σε έκταση (76,19 τετρ. χλμ.), οι πληροφορίες που έχεις, ωστόσο, είναι τόσες πολλές που δυσκολεύεσαι αρκετά να χαράξεις πορεία.

Το ταξιδιωτικό ρεπορτάζ, όμως, έχει τις καλές στιγμές του και μια από αυτές ήταν η τύχη να ταξιδέψουμε στο διάσημο κυκλαδίτικο νησί με παρέα εκλεκτή. Ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης ήρθε μαζί μας από την Αθήνα στη δεύτερη πλέον πατρίδα του, τη Σαντορίνη, και συμβουλεύοντάς μας να μείνουμε όλοι μαζί στον Πύργο, το τελευταίο χωριό της «Σελήνης» του όσο ήταν ακόμη στα δικά του χέρια, μας καθοδήγησε σαν ντόπιος στα αγαπημένα του σημεία στο νησί εντός και εκτός τουριστικής πεπατημένης.

Με ορμητήριο τον Πύργο


Ο Πύργος, στην καρδιά του νησιού, είναι μια καλή, εναλλακτική επιλογή για διαμονή στη Σαντορίνη, αρκεί να μην έχετε όνειρο ζωής να κοιμάστε και να ξυπνάτε στην Καλντέρα. Απέχει σχεδόν εξίσου από το βορρά και τον νότο, χτισμένος ψηλά –ψηλότερα από κάθε άλλο οικισμό της Σαντορίνης– εποπτεύει στεριά και θάλασσα, και όπως μας αποκάλυψε ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης, μπορεί να είναι από τα τελευταία χωριά που αξιοποιήθηκαν τουριστικά, σήμερα ωστόσο, εντός οικισμού, θα βρείτε περισσότερες από 80 επιλογές διαμονής, ξενοδοχεία, δωμάτια και ολόκληρα σπίτια.

Πράγματι, μια βόλτα στο παλιό κομμάτι του χωριού, το οποίο πρόλαβε και χαρακτηρίστηκε παραδοσιακό και διατηρητέο, είναι ενδεικτική της πρόσφατης σχετικά στροφής στον τουρισμό. Είναι όμως και εξαιρετικά ενδιαφέρουσα, καθώς περνάει μέσα από στενά καλντερίμια με περιποιημένα κτίρια αριστερά και δεξιά, σφιχτοδεμένα τα περισσότερα μεταξύ τους -έτσι είναι τα χωριά με οχυρωματικό χαρακτήρα στα νησιά- ενώ όλοι οι δρόμοι φαίνεται πως οδηγούν στην κορυφή· στο Καστέλι και ακόμα παραπάνω μέχρι το πιο ψηλό σημείο του χωριού, όπου δεσπόζει η εκκλησία των Εισοδίων της Θεοτόκου, ενώ εδώ κοντά βρίσκεται και το Θεοτοκάκι που γιορτάζει τον Δεκαπενταύγουστο και είναι μια από τις παλαιότερες εκκλησίες του νησιού (10ος αιώνας).

Γραφικό χωριό ο Πύργος, όπως και τα υπόλοιπα, λιγότερο δημοφιλή, χωριά που επισκεφθήκαμε και που κρατούν ακόμα το χρώμα και την αρχιτεκτονική τους: το Μεγαλοχώρι με την ωραιότερη πλατεία της Σαντορίνης, το Εμπορείο με το ψηλότερο στο νησί καμπαναριό της Παλιάς Παναγιάς ή τη Μεσαριά με τα παλιά εργοστάσια και αρχοντικά –κάποια αποκατεστημένα και άλλα μισογκρεμισμένα από τον σεισμό του ’56, οπότε εγκαταλείφθηκαν οριστικά.

Ωραία και τα υπόσκαφα παλιά σπίτια που συναντούμε εδώ κι εκεί· οι σπηλαιοειδείς χωρίς θεμέλια κατοικίες, οι οποίες είναι στενόμακρες, λαξευμένες είτε ολόκληρες είτε κατά ένα μέρος τους στη θηραϊκή γη και έχουν θολωτή οροφή. Με σοφία φτιαγμένα στον δύσκολο ετούτο τόπο, διατηρούν τη ζέστη τον χειμώνα και τη δροσιά το καλοκαίρι και αν σας λάχει και σας ανοίξει κανείς Σαντορινιός την πόρτα του και σας βάλει μέσα, θα νιώσετε αμέσως την ιδιαίτερη ενέργειά τους. Δεν είναι και λίγο να ζεις μέσα στη γη.



Οπωσδήποτε στο Ακρωτήρι


Με σοφία, όμως, ήταν φτιαγμένος και ο προϊστορικός οικισμός που αποκάλυψε η αρχαιολογική σκαπάνη στο Ακρωτήρι. Απαραίτητη η επίσκεψη στον σκεπαστό και καλά προφυλαγμένο πια αρχαιολογικό χώρο, όπου θα μάθετε τα πάντα για τις ανασκαφές και πολύ περισσότερο για το γεγονός ότι ο τόπος που πατάτε κατοικήθηκε για πρώτη φορά την Ύστερη Νεολιθική περίοδο, γύρω στο 4500 π.Χ., ενώ τον 18ο αιώνα π.Χ. είχε εξελιχθεί σε πόλη. Η θέση ήταν ιδανική για ασφαλές αγκυροβόλιο, καθώς ήταν προστατευμένη από τους βόρειους ανέμους και η μορφολογία του εδάφους ευνοούσε την ανάπτυξη γεωργικών δραστηριοτήτων. Είναι κοινό μυστικό, άλλωστε, ότι η φάβα που βγάζουν το Ακρωτήρι και το Εμπορείο είναι η πιο νόστιμη.

Η έκταση των ανασκαφών είναι κοντά στα 14 στρέμματα και έχει αποκαλυφθεί ένα μικρό μόνο μέρος της προϊστορικής πόλης. Άλλες πληροφορίες που παρουσιάζουν ενδιαφέρον είναι ότι η δόμηση ήταν πυκνή και τα κτίρια πολυώροφα με πλούσιες τοιχογραφίες, οργανωμένες αποθήκες, βιοτεχνικούς χώρους, άριστη πολεοδομική οργάνωση με δρόμους, πλατείες και αποχετευτικό σύστημα, το οποίο περνούσε κάτω από το λιθόστρωτο και συνδεόταν απευθείας με τα σπίτια.

«Φοβερή πληροφορία η τελευταία, αν σκεφτεί κανείς ότι η σύγχρονη Σαντορίνη ακόμα ταλαιπωρείται με το αποχετευτικό δίκτυο», σχολιάζει καυστικά ο κ. Χατζηγιαννάκης. Και φυσικά δεν ταλαιπωρείται μονάχα η Σαντορίνη με αυτό το θέμα, αλλά το μεγαλύτερο μέρος της νησιωτικής και όχι μόνο Ελλάδας, θα συμπληρώσουμε εμείς. Άλλη κουβέντα, όμως, αυτή.



Ηλιοβασίλεμα έτσι κι αλλιώς


Εδώ πιο κάτω, στον Φάρο, μας λέει από την πρώτη κιόλας μέρα που φτάνουμε στο νησί ο κ. Χατζηγιαννάκης, θα πάτε να δείτε το ηλιοβασίλεμα. Και πράγματι πάμε. Με το ρολόι στο χέρι μην τυχόν και χάσουμε το μέγα σαντορινιό γεγονός φτάνουμε στον Φάρο Ακρωτηρίου, ο οποίος κατασκευάστηκε το 1892 από την Γαλλική Εταιρεία Φάρων, έχει εστιακό ύψος 100 μέτρα και σήμερα είναι πλήρως αυτοματοποιημένος δίνοντας λευκό φως με αναλαμπές κάθε 10”. Δεν μείναμε μέχρι το βράδυ όμως για να τον δούμε. Και εμείς, όπως και οι τόσοι άλλοι -οι περισσότεροι Γάλλοι στις αρχές Ιουνίου που κάναμε ετούτο το ταξίδι- που πιάσαμε τα γύρω βραχάκια και τις θέσεις ανάμεσα στα πεύκα στο τέλος του δρόμου, μπροστά από την καντίνα, ήρθαμε για το εναλλακτικό ηλιοβασίλεμα.

Εναλλακτικό αλλά όχι άγνωστο. Είμαι βέβαιη ότι σε λίγα χρόνια το σημείο αυτό θα συγκεντρώνει τόσο κόσμο όσο και η Οία -σε αντίθεση με την ανάμνηση που μας μεταφέρει ο κ. Χατζηγιαννάκης από τα παλιά.

Και όμως, υπάρχουν ακόμα σημεία με θέα στην Καλντέρα που δεν συγκεντρώνουν τόσο κόσμο. Ένα από αυτά είναι στο εκκλησάκι του Προφήτη Ηλία στο Ημεροβίγλι, σε ένα σημείο εξαιρετικά ψηλό και στενό, καθώς βλέπεις τη θάλασσα και από τις δυο μεριές του νησιού. Δεν είναι εύκολο να το πλησιάσεις εδώ πάνω με το αυτοκίνητο, καθώς ο δρόμος από ένα σημείο και έπειτα είναι χωμάτινος, αλλά κυρίως γιατί περνάει από ένα άλλο ξωκκλήσι της περιοχής, αυτό του Αγίου Μάρκου, το οποίο είναι ιδιαίτερα δημοφιλές για την τέλεση γάμων και λοιπών μυστηρίων, και συνήθως έχει κάμποση κίνηση που πρέπει να προσπεράσεις.



Αυτοί που απολαμβάνουν, βέβαια, τη θέα από τον Προφήτη Ηλία, αλλά και από άλλα απομονωμένα σημεία της Καλντέρας, είναι οι πεζοπόροι. Η πιο εύκολη διαδρομή, αυτή δηλαδή που μπορείτε να την κάνετε και με τα παιδιά σας, ξεκινάει από τα Φηρά περνάει από το διπλανό Φηροστεφάνι, με το οποίο τα Φηρά είναι πια ενωμένα και φτάνει μέχρι το Ημεροβίγλι. Το ίδιο μονοπάτι ωστόσο συνεχίζει μέχρι την Οία – αλλά το δεύτερο αυτό τμήμα του, αν και απολαυστικό, είναι σίγουρα πιο απαιτητικό.

Αυτά όμως είναι για τους πεζοπόρους. Όλοι οι υπόλοιποι φτάνουμε στην Οία με το αυτοκίνητο, απόγευμα και επαναλαμβάνοντας σαν μάντρα από μέσα μας, τρεις ή και περισσότερες φορές αν χρειαστεί, τη φράση «θα βρω να παρκάρω». Η Οία είναι ό,τι ακριβώς φαντάζεστε. Η βιτρίνα της Σαντορίνης: καλογυαλισμένη, όμορφη, περιποιημένη, ακριβή και πολυσύχναστη ως εκεί που δεν παίρνει την ώρα της διάσημης δύσης. Ακόμα κι έτσι, όμως, η ομορφιά της είναι καθηλωτική, αδιαμφισβήτητη. Απ’ την Οία ξεκίνησε και ο έρωτας του Γιώργου Χατζηγιαννάκη για τη Σαντορίνη, τότε που ένα δώμα, ένα στρώμα και ένα παράθυρο με θέα αρκούσαν για να βρεις τη χαρά μέχρι το επόμενο καλοκαίρι στο ίδιο νησί, στο ίδιο δώμα και στο ίδιο στρώμα. Η θέα βέβαια, από εκείνο το παράθυρο έχει αλλάξει πολύ από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 και τις αρχές του ’80 που ξεκαλοκαίριαζε η παρέα στην Οία.



Η παρέα ήρθε και έμεινε


Και η παρέα μεγάλωσε, ήρθε, ξανάρθε και τελικά εγκαταστάθηκε στο νησί· δούλεψε και συνεχίζει να υπάρχει εδώ πέρα όσα καινούργια, λευκά κατά το πλείστον, κουστούμια και αν φορέσει η Σαντορίνη. Και, να τη σήμερα που μας καθοδηγεί εδώ κι εκεί για να ανακαλύψουμε τη σύγχρονη πια εκδοχή του νησιού που έμελλε να γίνει ένα από τα διασημότερα του κόσμου.

Πίσω από την Οία, λοιπόν, από την άλλη πλευρά της Καλντέρας, υπάρχει άλλο ένα σφιχτοδεμένο χωριό, η Φοινικιά, που θέλει αντοχές για να το περπατήσεις αλλά και για να μείνεις, καθώς αφήνεις το αυτοκίνητο στην αρχή του χωριού, και όλα τα άλλα γίνονται με τα χέρια και τα πόδια -φαντάσου πόσο μπορεί να κοστίζει το χτίσιμο εδώ πέρα, όταν τα χρειαζούμενα υλικά και εργαλεία τα κουβαλούν ακόμα οι άνθρωποι και οι γάιδαροι. Για την ιστορία, στη Φοινικιά πίσω από την Οία, όπως και στον Βουρβούλο πίσω από τα Φηρά ζούσε η εργατική/αγροτική τάξη του νησιού. Αλλά και στο Εμπορείο, οι περισσότεροι ήταν αγρότες (και τα πολύ παλιά χρόνια δουλοπάροικοι) και κάποιοι ψαράδες.



Γενικά, η πίσω μεριά που καταλήγει ομαλά στη θάλασσα, αγναντεύει απέναντι την Ανάφη, έχει τις περισσότερες παραλίες, το ολοκαίνουργιο αεροδρόμιο της Fraport στον Μονόλιθο και τα μικρότερα λιμανάκια για να αράζουν οι επαγγελματίες ψαράδες της Σαντορίνης (135 στον αριθμό, ιδού και ένα επάγγελμα που άνθισε στο νησί τα τελευταία χρόνια ως συνέπεια του τουρισμού), ήταν παλιά ένας τεράστιος κάμπος, γεμάτος αμπέλια και μποστάνια με όλα τα καλοκαιρινά που ‘πιάσαν τόπο εδώ πέρα: φάβα, τοματάκι, μελιτζάνα, κολοκυθάκι. Σήμερα, βέβαια, σκαρφαλώνοντας στην αρχαία Θήρα με τη συγκλονιστική θέα στο Καμάρι απ’ τη μία και στην Περίσσα από την άλλη, η εικόνα περιλαμβάνει περισσότερα κτίσματα και λιγότερα κτήματα. Το ίδιο και από τους Μύλους του Γαβρίλου στην περιοχή του Εμπορείου, όπου μας οδήγησε ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης να χαζέψουμε τη θέα όπως έκανε κι ο ίδιος παλιά. Απ’ τη μία ο Περίβολας από την άλλη η Βλυχάδα· νέα και παλιά κτίσματα μπερδεύονται με τα αμπέλια σε ένα μπλέξιμο απόλυτα συνεπές με τη μοίρα αυτού του τόπου -με τη αέναη αγωνία του ανθρώπου να κυριαρχήσει επάνω στη φύση, μια φύση, εν προκειμένω, εξαιρετικά ισχυρή και ενίοτε απρόβλεπτη.



Ιστορίες κρασιού και τομάτας


Μια άλλη ενδιαφέρουσα ιστορία λέει ότι ήδη από τον 16ο αιώνα, αλλά μπορεί και από πιο παλιά, σύμφωνα με χάρτες και περιηγητικά κείμενα, η Σαντορίνη εξήγαγε μεγάλες ποσότητες του γλυκόπιοτου Vinsanto, όπως ονομάζεται το γλυκό κρασί που παράγεται στο νησί από «λιασμένα» σταφύλια διαφόρων ποικιλιών με επικρατέστερο το Ασύρτικο. Αυτή ήταν και η κύρια εμπορική δραστηριότητα των ντόπιων, η οποία στις αρχές του 20ου αιώνα ήταν μεγάλη μεν, αλλά περιορισμένη σε Ρωσία, Ουκρανία και Ρουμανία, όπου το Vinsanto ήταν το επίσημο κρασί της Θείας Κοινωνίας.


Όλα άλλαξαν, όμως, όταν έγινε η ρωσική επανάσταση του 1917 για να ακολουθήσει η εκδίωξη της θρησκείας και το βίαιο τέλος της ζήτησης για το «άγιο κρασί». Τι να έκαναν και οι Σαντορινιοί; Άρχισαν να ξεριζώνουν τα αμπέλια και να φυτεύουν τη μικρόκαρπη τομάτα που είχε ήδη αρχίσει να γίνεται δημοφιλής στην ελληνική αγορά. Δεν άργησε μάλιστα η στιγμή, όπως διαβάζουμε στη σύνοψη της πτυχιακής διατριβής του Σαντορινιού Δημήτρη Πράσσου με τίτλο «Το σαντορινιό τοματάκι και οι μπολσεβίκοι», που ο πολτός «τύπου Θήρας» πήρε επίσημο χαρακτήρα και οι μεγαλέμποροι του Πειραιά περίμεναν τα σαντορινιά καΐκια, να δουν τι ποσότητες μετέφεραν και στη συνέχεια να δώσουν την τιμή με οροφή την οποία, θα κοστολογούνταν ο πελτές «τύπου Άργους», ή τα προϊόντα από άλλες περιοχές της χώρας.

Στο ίδιο διαβάζουμε, επίσης, ότι η μεγάλη ζήτηση δημιούργησε γρήγορα την ανάγκη εκβιομηχάνισης της παραγωγής και το 1923 ιδρύεται το πρώτο οργανωμένο εργοστάσιο μεταποίησης και κονσερβοποίησης. Κάποια στιγμή έφτασαν να λειτουργούν στη Σαντορίνη εννέα εργοστάσια και το 1949 η παραγωγή νωπού προϊόντος έφτασε τις 7.000.000 οκάδες, δηλαδή περίπου 9.000 τόνους. Το 1950 δημιουργήθηκε το εργοστάσιο της Ένωσης Συνεταιρισμών Θηραϊκών Προϊόντων, το οποίο είναι και το μοναδικό που λειτουργεί μέχρι σήμερα, έστω και για ελάχιστες ημέρες το χρόνο. Μια επίσκεψη στο Βιομηχανικό Μουσείο Τομάτας Δ. Νομικού στη Βλυχάδα καθίσταται ιδιαίτερα διαφωτιστική σε σχέση με όλα όσα περιγράφουμε παραπάνω, ενώ έχει ενδιαφέρον να σημειώσουμε ότι ανάμεσα στα εκθέματα του μουσείου θα δείτε μηχανές επεξεργασίας από το 1890, παλιά χειρόγραφα βιβλία, τις πρώτες ετικέτες, καθώς και οπτικοακουστικό υλικό με αφηγήσεις ανθρώπων που εργάστηκαν στο εργοστάσιο.



Παρελθόν και παρόν


Και αυτή η δραστηριότητα, όμως, έλαβε τέλος τα ξημερώματα της 9ης Ιουλίου 1956, όταν ο σεισμός μεγέθους 7,8 ρίχτερ που σημειώθηκε κοντά στην Αμοργό άλλαξε για άλλη μια φορά τον ρου της ιστορίας του νησιού. Τα είπαμε και παραπάνω: μετά από αυτό το γεγονός, μεγάλο μέρος του πληθυσμού εγκατέλειψε το νησί και για όσους έμειναν πίσω η ζωή – τα πρώτα χρόνια τουλάχιστον – συνεχίστηκε πολύ δυσκολία. Γιατί οι άνθρωποι είχαν μάθει μεν να ζουν με το ηφαίστειο -υπάρχουν διηγήσεις παλιότερων Σαντορινιών που κυκλοφορούσαν με ομπρέλες για τη στάχτη τις προηγούμενες δεκαετίες, οπότε και σημειώθηκαν κάποιες εκρήξεις και μέχρι να ολοκληρωθούν αυτές- ο σεισμός, όμως, ήταν αλλιώς. Και ειδικά ο συγκεκριμένος, ο οποίος έχει καταγραφεί ως ο ισχυρότερος της Ευρώπης τον 20ο αιώνα, ήταν απόλυτα καταστροφικός.

Ας επιστρέψουμε, όμως, στο σήμερα. Στη Σαντορίνη, που η φήμη της ταξιδεύει πια σε όλη τη γη. Και που ακόμη και τώρα, στις αρχές του φετινού καλοκαιριού, έχει κόσμο από Ευρώπη και Αμερική (λόγω κόβιντ δεν έχει ξεκινήσει ο τουρισμός από Κίνα ακόμη, αλλά έπεται και αυτός), επισκέπτες κάθε ηλικίας που την ανακαλύπτουν και την απολαμβάνουν. Μαζί με αυτούς κι εμείς γυρνάμε στα χωριά, φτιάχνουμε λίστα με τις παραλίες που θα κολυμπήσουμε, με τα κρασιά που θα δοκιμάσουμε και με τις ταβέρνες και τα εστιατόρια που θα καθίσουμε για φαγητό. Εδώ κι αν έβαλαν το χέρι τους ο Γιώργος Χατζηγιαννάκης και ολόκληρη η σαντορινιά παρέα. Ακολουθούν οι σημειώσεις μας αντί αποχαιρετισμού.

ΤΑΞΙΔΙΩΤΙΚΕΣ ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Μένουμε στα Voreina Gallery Suites στον Πύργο (2286030700, voreinasuites.gr). Σουίτες με ιδιωτικές πισίνες ή τζακούζι, ευρύχωρες, με λιτό αρχιτεκτονικό σχεδιασμό, πολυτελείς παροχές και πολύ φιλική εξυπηρέτηση.

Αντικαθιστούμε ένα από τα πρωινά μας στο ξενοδοχείο με τις λιχουδιές του Φούρνου του Πύργου (2286031062). Δοκιμάζουμε διαφορετικά ήδη ολόφρεσκων και μυρωδάτων ψωμιών, φανταστικό σταφιδόψωμο και προμηθευόμαστε μελιτίνια για την επιστροφή. Πρόκειται για ένα μικρό παραδοσιακό γλυκάκι της Σαντορίνης, με ζυμάρι τριγύρω που «τσιμπιέται» σαράντα φορές, όσες και οι μέρες της Σαρακοστής, ενώ στη μέση το μείγμα από ανθότυρο ή μυζήθρα, αλεύρι, αυγά, ζάχαρη και φυσική μαστίχα ή βανίλια, βγαίνει αφράτο και γλυκό τόσο όσο. Σύμφωνα με το έθιμο, φτιάχνεται κάθε Μεγάλη Τρίτη, ώστε να φαγωθεί το βράδυ της Ανάστασης και τις επόμενες ημέρες του Πάσχα.

Μένοντας στον Πύργο, υπάρχουν δυο σημεία που αξίζει να καθίσετε για τη φανταστική τους θέα: Το ένα είναι το Franco’s (2286033957) ψηλά στο Καστέλι, και το άλλο το Ουζερί της Πηνελόπης (2286033192), από τα τραπεζάκια του οποίου έχει τόσο ωραίο ηλιοβασίλεμα που καθιστά την κράτηση απαραίτητη. Στην πλατεία του χωριού, επίσης, πάνω στον δρόμο το δημοφιλές Brusco (2286030944) συστήνεται ως wine, coffee, deli και είναι όλα αυτά μαζί.

Στη Μεσαρά εκτός από τη βόλτα στα παλιά αρχοντικά, καθόμαστε οπωσδήποτε στην φιλόξενη αυλή του κρητικού καφενείου-παντοπωλείου Πεντοζάλη (2286037383) για καλή ρακή, ντάκο, ομελέτα με σύγκλινο, απάκι και διαφορετικά ήδη γραβιέρας. Η δε περιήγηση στο Μεγαλοχώρι συνδυάζεται άψογα με την ταβέρνα του Γερομανώλη (2286082892), όπου, αν είμαστε τυχεροί, εκτός από το υπόλοιπο μενού που περιλαμβάνει και κρέας και θαλασσινά μπορεί να έχει βάλει και αρνάκι οφτό, το οποίο σερβίρεται παρέα με τις πιο νόστιμες τηγανιτές πατάτες που δοκιμάσαμε στο νησί.

Στο λιμανάκι της Βλυχάδας περιμένουμε τους ψαράδες για πρωινό ολόφρεσκο ψάρι κατευθείαν από τα δίχτυα και καθόμαστε στο Στέκι του Ψαρά για καφέ ή τσιπουράκι (ανάλογα την ώρα), το οποίο συνοδεύουμε με ψιλό ψαράκι, φάβα, ντοματοκεφτέδες, αλλά και κρεατικά της ώρας, ανάλογα τα κέφια.

Εδώ κοντά αναζητούμε την παραλία Έρως, την οποία προσεγγίζουμε από έναν βατό χωμάτινο δρόμο ανάμεσα από ψηλά κάθετα βράχια που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως η ελληνική εκδοχή του Γκραν Κάνυον. Το τοπίο είναι συγκλονιστικό, αλλά η θάλασσα έχει πέτρες και θέλει προσοχή. Υπάρχει και beach bar ονόματι Θέρος στο πιο βατό κομμάτι της παραλίας για όσους επιθυμούν οργάνωση.

Στα Φηρά περπατάμε στη συνοικία των Φράγκικων, που θυμίζει Ιταλία, ανάμεσα στα πλακόστρωτα καλντερίμια με τις στοές και τα καθολικά μοναστήρια, μεταξύ των οποίων ο Καθεδρικός Ναός Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή, η Επισκοπή Θήρας και η Μονή Δομηνικανίδων, που λειτουργούν κανονικά. Άλλα πάλι μοναστήρια έχουν μετατραπεί σε πολυτελή ξενοδοχεία, όπως η Μονή του Ελέους που έχει δώσει της θέση της στο πανέμορφο Katikies Garden. Εδώ στεγάζεται από πέρυσι η νέα Σελήνη (2286022249), στο τιμόνι της οποίας συναντούμε το φετινό καλοκαίρι τον βραβευμένο σεφ Έκτορα Μποτρίνι.

Στα Φηρά, επίσης, επισκεπτόμαστε το Μουσείο Προϊστορικής Θήρας (2286023217) και έπειτα κάνουμε κράτηση στον καινούργιο σχετικά χώρο με το μίνιμαλ ντιζάιν, ονόματι Anhydrous Winery, ο οποίος ανήκει στο Κτήμα Avantis για food & wine pairing συνοδεία κρασιών από Σαντορίνη και Εύβοια και μενού degustation από τον σεφ Γιάννη Μπαξεβάνη.

Στην Οία ανακαλύπτουμε ένα από τα παλαιότερα εστιατόρια του οικισμού, τη φιλόξενη Σκάλα (2286071362) των Χρήστου Μαρκοζάνε και Σταύρου Σιγάλα. «Μια Σκάλα στέρεη, τίμια και ελκυστική, ένα πανωμερίτικο τοπόσημο από το 1984», όπως αρέσκονται να λένε οι δυο τους. Εδώ και χρόνια, τα πιάτα του εστιατορίου φέρουν την υπογραφή του πολύ καλού Βολιώτη σεφ Ηρακλή Μάζη.

Στη Φοινικιά, το περπάτημα ανοίγει την όρεξη, την οποία σβήνουμε στο περιποιημένο Κρινάκι (2286071993), όπου σερβίρεται και πλούσιο πρωινό, αλλά αυτό που δεν παραλείπουμε ποτέ να παραγγείλουμε είναι το καλοψημένο κοτόπουλο μπούτι σουβλάκι με φασκόμηλο, γιαούρτι κόκκινης πιπεριάς και ψητή πατάτα, αλλά και τη μοσχαρίσια σπαλομπριζόλα Ελασσόνας, 30ήμερης ωρίμανσης με ψητά ντοματίνια και πικάντικο αρωματικό ντιπ. Πιάτο για δυο το τελευταίο, απαραίτητο αν έχετε καταναλώσει πολύ ψάρι τις προηγούμενες ημέρες.

Και μια και είπαμε για ψάρι, ο προορισμός σας μετά το μπάνιο στην περιοχή της Περίσσας και του Περίβολου είναι σε κάθε περίπτωση Τα Δίχτυα (2286082818). Φρέσκο ψάρι, καλό τηγάνι, εξαιρετικό καρπάτσιο τόνου ή σουπιά με πλιγούρι στη διάθεσή σας, πάνω στην παραλία, για τα πλέον ράθυμα μεσημέρια και βράδια σας στο νησί.

Στον Βουρβούλο, πάλι, θα έρθετε επί τούτου. Θα έρθετε για τη νέα εποχή της Ρόζας (2286024378), που έχει περάσει στα χέρια ενός Θεσσαλονικιού και μιας Γεωργιανής και το αποτέλεσμα είναι εξαιρετικό: τηγανιτά κατσούνια Σαντορίνης (ξυλάγγουρα δηλαδή), παστές παπαλίνες Μυτιλήνης, ντολμαδάκια με χέλι και αέρα λεμονιού είναι μερικά από τα ορεκτικά που θα απολαύσετε μαζί με το ολόφρεσκο ζυμωτό ψωμί της Κατερίνας.

Στο Ακρωτήρι δεν πάμε μόνο για τα αρχαία, αλλά και για να πάρουμε το καραβάκι για τη Λευκή παραλία. Η Κόκκινη, μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές, είναι κλειστή λόγω κατολισθήσεων. Πάμε, επίσης, για να φάμε ολόφρεσκο ψάρι στα κάρβουνα στη Σπηλιά του Νικόλα (2286082303). Και όχι μόνο ψάρι. Η ταβέρνα άνοιξε το 1967 από τον παππού του σημερινού ιδιοκτήτη, Μηνά Αλεφραγκή, όταν ξεκίνησαν οι ανασκαφές στο Ακρωτήρι, προκειμένου να εξυπηρετεί τους εργαζόμενους. Έκτοτε η οικογένεια διατηρεί την ονομαστή πια ταβέρνα της, αλλά δεν εγκατέλειψαν ποτέ και τις υπόλοιπες αγροτικές και κτηνοτροφικές τους δραστηριότητες. Ο Μηνάς Αλεφραγκής, εγγονός του Νικόλα, ο οποίος τρέχει την ταβέρνα εδώ και 17 χρόνια, καλλιεργεί στα κτήματά του όλα τα καλοκαιρινά λαχανικά. Συγχρόνως διατηρεί πρόβατα και κατσίκια και ως εκ τούτου φτιάχνει δικά του πολύ νόστιμα τυριά.

Περνάμε μια βραδιά στο θερινό σινεμά του Καμαρίου (santorinicinema.com), με παντελόνι και ζακέτα για να μην ξεπαγιάσουμε. Εδώ ίσως πρέπει να πούμε ότι γενικά στο νησί φυσάει πολύ -αναμενόμενο αφού είμαστε στις Κυκλάδες. Επίσης στα περισσότερα μέρη που θα βρεθείτε καλό είναι να φοράτε άνετα παπούτσια, ανοιχτά ή κλειστά.

Στην Περίσσα και στον Περίβολο, με το μαύρο βότσαλο και τα βαθιά ολοκάθαρα νερά κολυμπάμε οργανωμένα ή μη όπου μας αρέσει. Έχει πολλές παραλίες η Σαντορίνη, λιγότερο γνωστές οι πιο πολλές, αλλά εξίσου φανταστικές. Διάθεση για εξερεύνηση να υπάρχει.

Στο Ημεροβίγλι ανακαλύπτουμε τον Ηλιότοπο του Κώστα Κωσταντινίδη, πίνουμε λευκό κρασί με ωραία πίτσα στο ομώνυμο wine bar που λειτουργεί τα βράδια και πιάνουμε την κουβέντα για τον προορισμό που όλοι λατρεύουν και όλοι γκρινιάζουν μα συνεχίζουν και λατρεύουν. Τη Σαντορίνη.

0 Σχόλια